φάλαγγι

φάλαγγι
φάλαγξ
line of battle
fem dat sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • φαλάγγι — το 1. είδος δηλητηριώδους αράχνης, σφαλάγγι, ρωγαλίδα: Τον δάγκωσε φαλάγγι. 2. (ναυτ.), καθένα από τα δοκάρια που τοποθετούνται εγκάρσια στη σκάρα της ναυπηγικής κλίνης. 3. καθένα από τα στρογγυλά δοκάρια (από κορμούς δέντρων) που τοποθετούνται… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φαλάγγι — το, Ν βλ. φαλάγγιο …   Dictionary of Greek

  • φαλαγγίτας — φαλαγγί̱τᾱς , φαλαγγίτης soldier in a phalanx masc acc pl φαλαγγί̱τᾱς , φαλαγγίτης soldier in a phalanx masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαλαγγιτῶν — φαλαγγῑτῶν , φαλαγγίτης soldier in a phalanx masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαλαγγίταις — φαλαγγί̱ταις , φαλαγγίτης soldier in a phalanx masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαλαγγίτην — φαλαγγί̱την , φαλαγγίτης soldier in a phalanx masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαλαγγίτης — φαλαγγί̱της , φαλαγγίτης soldier in a phalanx masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαλαγγίτου — φαλαγγί̱του , φαλαγγίτης soldier in a phalanx masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαλάγγιο — το / φαλάγγιον, ΝΜΑ, και φαλάγγι και σφαλάγγι Ν, και φαλαγγεῑον Α 1. είδος αράχνης, η ρωγαλίδα 2. ναυτ. καθεμιά από τις στρογγυλές δοκούς, πάνω στην οποία μετακινείται ένα βάρος καθώς αυτές κυλίονται, και ιδίως εκείνες που χρησιμοποιούνται για… …   Dictionary of Greek

  • ГОПЛИТЫ —    • Όπλι̃ται,          пешие воины с тяжелым вооружением в войсках греков; в героическое время они были лишь неважной дружиной какого нибудь знатного человека, правителя. После переселения дорян способ ведения войны изменился, так что Г. не… …   Реальный словарь классических древностей

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”